Συγκεκριμένοι γενετικοί παράγοντες μπορούν να εξηγήσουν γιατί μερικοί άνθρωποι καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες καφέ και εθίζονται σε αυτόν ευκολότερα σε σχέση με άλλους, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, η οποία για πρώτη φορά εντόπισε γονίδια, τα οποία επιδρούν στο πόση καφεΐνη θα καταναλώσει ένας άνθρωπος.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Νιλ Καποράζο του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου των ΗΠΑ και τη δρα Μέριλιν Κορνέλις της Σχολής Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που δημοσίευσαν τη σχετική έρευνα στο περιοδικό γενετικής "PLoS Genetics", σύμφωνα με το BBC και τη βρετανική «Τέλεγκραφ», μελέτησαν το DNA άνω των 40.000 ανθρώπων και εντόπισαν δύο γενετικές παραλλαγές που σχετίζονται με αυξημένη κατανάλωση καφέ, τσαγιού, σοκολάτας, αναψυκτικών και άλλων πηγών καφεΐνης.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, όσοι άνθρωποι διαθέτουν στο γενετικό υλικό τους τις συγκεκριμένες παραλλαγές των δύο γονιδίων (CYP1A2 και AHR), καταναλώνουν περισσότερη καφεΐνη -κατά μέσο όρο περίπου 40 mg (χιλιοστόγραμμα) ή το ένα τρίτο του φλιτζανιού καφέ ή ένα κουτί αναψυκτικού- σε σχέση με τα άλλα άτομα.
Όπως είπε η Κορνέλις, μέχρι τώρα ήταν γνωστό ότι οι άνθρωποι αντιδρούσαν διαφορετικά στην κατανάλωση καφεΐνης. Αυτό αποδιδόταν βασικά σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, καθώς δεν υπήρχαν απτά στοιχεία για το ρόλο γενετικών παραγόντων, κάτι που όμως τώρα για πρώτη φορά υπάρχει πια. «Οι άνθρωποι δεν το υποπτεύονται, αλλά η γενετική παίζει σημαντικό ρόλο σε πολλές συμπεριφορές τους, όπως στο κάπνισμα και στην κατανάλωση αλκοόλ. Τώρα, αποδεικνύεται ότι παίζει ρόλο και στην ποσότητα καφεΐνης που καταναλώνουν», πρόσθεσε ο Καποράζο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Νιλ Καποράζο του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου των ΗΠΑ και τη δρα Μέριλιν Κορνέλις της Σχολής Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που δημοσίευσαν τη σχετική έρευνα στο περιοδικό γενετικής "PLoS Genetics", σύμφωνα με το BBC και τη βρετανική «Τέλεγκραφ», μελέτησαν το DNA άνω των 40.000 ανθρώπων και εντόπισαν δύο γενετικές παραλλαγές που σχετίζονται με αυξημένη κατανάλωση καφέ, τσαγιού, σοκολάτας, αναψυκτικών και άλλων πηγών καφεΐνης.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, όσοι άνθρωποι διαθέτουν στο γενετικό υλικό τους τις συγκεκριμένες παραλλαγές των δύο γονιδίων (CYP1A2 και AHR), καταναλώνουν περισσότερη καφεΐνη -κατά μέσο όρο περίπου 40 mg (χιλιοστόγραμμα) ή το ένα τρίτο του φλιτζανιού καφέ ή ένα κουτί αναψυκτικού- σε σχέση με τα άλλα άτομα.
Όπως είπε η Κορνέλις, μέχρι τώρα ήταν γνωστό ότι οι άνθρωποι αντιδρούσαν διαφορετικά στην κατανάλωση καφεΐνης. Αυτό αποδιδόταν βασικά σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, καθώς δεν υπήρχαν απτά στοιχεία για το ρόλο γενετικών παραγόντων, κάτι που όμως τώρα για πρώτη φορά υπάρχει πια. «Οι άνθρωποι δεν το υποπτεύονται, αλλά η γενετική παίζει σημαντικό ρόλο σε πολλές συμπεριφορές τους, όπως στο κάπνισμα και στην κατανάλωση αλκοόλ. Τώρα, αποδεικνύεται ότι παίζει ρόλο και στην ποσότητα καφεΐνης που καταναλώνουν», πρόσθεσε ο Καποράζο.
Τα δύο γονίδια επηρεάζουν την ταχύτητα μεταβολισμού της καφεΐνης από τον οργανισμό, πράγμα που στη συνέχεια επηρεάζει το αν κανείς επιθυμεί να πιει περισσότερο ή λιγότερο καφέ ή άλλη πηγή καφεΐνης (τσάι, αναψυκτικό κλπ). Όταν οι άνθρωποι έχουν αργό μεταβολισμό της καφεΐνης, τους αρκεί μια μικρή ποσότητα. Αντίθετα, αν έχουν τα δύο γονίδια, που οδηγούν σε ταχύτερο μεταβολισμό, νιώθουν την ανάγκη να καταναλώσουν μεγαλύτερη ποσότητα καφεΐνης μέσα στην μέρα. Η καφεΐνη είναι μια ευρέως διαδεδομένη ουσία και περίπου το 90% των ανθρώπων στον κόσμο καταναλώνουν κάποια μορφή της.
Πηγή: (ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου